Category :: efolikon
Τετάρτη, 4 Απρίλιος 2018
Πως οι εικόνες μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην ανάπτυξη ενός συστήματος επικοινωνίας   Η ουσία του Pecs δεν βρίσκεται στο γεγονός ότι χρησιμοποιεί εικόνες, αλλά στο ότι παρέχει τη μέθοδο πως χρησιμοποιηθούν αυτές για την διδασκαλία της επικοινωνίας. Συγκεκριμένα, το παιδί μαθαίνει να παίρνει την πρωτοβουλία για να επικοινωνήσει με κάποιον, να απευθύνει το μήνυμα του σ’ ένα συγκεκριμένο άτομο, να απαντά σε ερωτήσεις και στη συνέχεια να καταφέρνει όλα αυτά χτίζοντας την πολυπλοκότητα του λόγου. Το Pecs είναι κατάλληλο για κάθε άτομο κάθε ηλικίας (από 2 ετών και άνω). Ως εναλλακτικό εργαλείο είναι κατάλληλο για άτομα που δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Χρησιμοποιείται περισσότερο από παιδιά που παρουσιάζουν κάποια διαταραχή του φάσματος του αυτισμού, χωρίς να περιορίζεται μόνο σε αυτά. Επίσης χρησιμοποιείται και ως συμπληρωματικό εργαλείο για ομιλούντα άτομα, που όμως δεν έχουν μπορέσει να αναπτύξουν την ομιλία στον απαιτούμενο βαθμό. Το PECS (Picture Exchange Communication System) αναπτύχθηκε το 1985 από τους Lori Frost και Andy Bondy. Δεν απαιτεί σύνθετο ή ακριβό υλικό και μπορεί να εφαρμοστεί σε πλήθος διαφορετικών πλαισίων." Ωστόσο είναι απαραίτητη η εκπαίδευση σε αυτό από αναγνωρισμένους εκπαιδευτές. Όσοι χρησιμοποιούν το PECS «αρχικά μαθαίνουν να πλησιάζουν και να δίνουν την εικόνα του αντικειμένου που επιθυμούν στο "σύντροφο επικοινωνίας" (communicative partner) και να την ανταλλάσουν με το επιθυμητό αντικείμενο. Με αυτό τον τρόπο, ο χρήστης ξεκινάει τη διαδικασία της επικοινωνίας, με συγκεκριμένα αποτελέσματα μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο. Το πρωτόκολλο εκπαίδευσης βασίζεται στο βιβλίο του B.F. Skinner «Κατανόηση της Λεκτικής Συμπεριφοράς» (Verbal Behavior), με στόχο να διδάσκονται συστηματικά λειτουργικοί λεκτικοί συντελεστές (verbal operants) χρησιμοποιώντας τεχνικές καθοδήγησης (prompts) και ενισχυτικές στρατηγικές, που θα συμβάλλουν στην αυτόνομη επικοινωνία. Δεν χρησιμοποιούμε λεκτική καθοδήγηση, έτσι ώστε να πετύχουμε την ανάπτυξη της άμεσης πρωτοβουλίας και να αποφύγουμε την εξάρτηση του μαθητή από οποιαδήποτε μορφή στήριξης ή βοήθειας. Όσοι χρησιμοποιούν το PECS μαθαίνουν αρχικά να επικοινωνούν χρησιμοποιώντας μόνο μια εικόνα, αλλά μετά μαθαίνουν να συνδυάζουν εικόνες, ώστε να μάθουν διάφορες γραμματικές δομές, σημασιολογικές σχέσεις και λειτουργίες επικοινωνίας.. Στα πιο προχωρημένα στάδια τα άτομα διδάσκονται να σχολιάζουν πράγματα που παρατηρούν γύρω τους και να απαντούν σε απευθείας ερωτήσεις. Έχει παρατηρηθεί ότι παιδιά προσχολικής ηλικίας που χρησιμοποιούν τη μέθοδο PECS αναπτύσσουν και ομιλία. Το πρωτόκολλο του PECS εξελίσσεται παράλληλα με την τυπική ανάπτυξη της γλώσσας με την έννοια, ότι πρώτα διδάσκει στον εκπαιδευόμενο πώς να επικοινωνήσει ή ποιες είναι οι βασικές αρχές επικοινωνίας. Αργότερα, τα παιδιά μαθαίνουν να επικοινωνούν με συγκεκριμένα μηνύματα. Το πρωτόκολλο του PECS είναι βασισμένο στην έρευνα και πρακτική εφαρμογή των αρχών της Εφαρμοσμένης Ανάλυσης Συμπεριφοράς (Applied Behavioral Analysis). Δίνει έμφαση στην ανάπτυξη λειτουργικών δεξιοτήτων επικοινωνίας, στη χρήση κατάλληλων ενισχυτών και στη δημιουργία προγραμμάτων συμπεριφοριστικής παρέμβασης. Είναι απαραίτητη η χρήση συγκεκριμένων στρατηγικών εκπαίδευσης, συστημάτων ενίσχυσης, στρατηγικών διόρθωσης του λάθους και στρατηγικών γενίκευσης για τη διδασκαλία κάθε δεξιότητας.» Η μέθοδος PECS έχει σημειώσει επιτυχία και με ενήλικες και εφήβους με εκτεταμένες επικοινωνιακές, γνωστικές και κινητικές δυσκολίες. Οι αρχές της μεθόδου PECS αναφέρονται στο Εκπαιδευτικό Εγχειρίδιο PECS (2η έκδοση) που γράφτηκε από την Lori Frost, MS, CCC / SLP και τον Andew Bondy, PhD. Πως δουλεύουμε με το Pecs; Επειδή η σκέψη με εικόνες είναι πιο προσιτή και άμεση, μπορούμε να βοηθήσουμε το παιδί να αντιληφθεί πώς να συνεννοηθεί μαζί μας όταν θέλει κάτι από μας. Οι επιθυμίες του παιδιού καλύπτονται άμεσα και εύκολα διότι δεν χρειάζεται εκπαίδευσή του συνομιλητή για να γίνει αντιληπτό το μήνυμα του. Είναι πολύ σημαντικό το άτομο να μαθαίνει να εκφράζει τις ανάγκες του με έναν εύκολο τρόπο, έτσι ώστε αυτές να καλύπτονται πιο γρήγορα και να αποφεύγονται όσο είναι δυνατό η εκδήλωση δυσνόητων συμπεριφορών (π.χ. να σε σπρώχνει, να φωνάζει, να πέφτει στο πάτωμα, να πετάει πράγματα κ.λ.π.) Η διδασκαλία αυτή κλιμακώνεται στα 6 ακόλουθα στάδια που παρουσιάζονται με συντομία. Το καθένα από αυτά διδάσκει στο παιδί νέες επικοινωνιακές και λεκτικές δεξιότητες με εργαλείο τη χρήση εικόνων ακολουθώντας συγκεκριμένο πρωτόκολλο. Στάδιο I: Διδάσκει εξ αρχής τους μαθητές να παίρνουν πρωτοβουλία για επικοινωνία, με το να ανταλλάσσουν εικόνες για να αποκτήσουν επιθυμητά αντικείμενα. Στάδιο II: Διδάσκει τους μαθητές να επιμένουν στην επικοινωνία, να ψάχνουν τις εικόνες τους και να ανταλλάσσουν την επιθυμητή εικόνα, πηγαίνοντας προς το άτομο που θα ικανοποιήσει το αίτημά τους. Στάδιο III: Διδάσκει στους μαθητές να διακρίνουν τις εικόνες και να επιλέγουν την εικόνα που αντιπροσωπεύει το επιθυμητό γι' αυτούς αντικείμενο. Στάδιο IV: Μαθαίνει τους μαθητές να δομούν μια πρόταση για να εκδηλώσουν ένα αίτημα της μορφής «θέλω + (επίθ)+ αντικείμενο» Στάδιο V: Μαθαίνει τους μαθητές να ανταποκρίνονται στην ερώτηση «Τι θέλεις;». Στάδιο VI: Μαθαίνει τους μαθητές να σχολιάζουν αυθόρμητα τα πράγματα στο περιβάλλον τους, καθώς και να κάνουν οι ίδιοι ερωτήσεις. Ανάπτυξη Λεξιλογίου: Μαθαίνει τους μαθητές να χρησιμοποιούν επιθετικούς προσδιορισμούς, χρώματα, σχήματα, μεγέθη, όταν ζητούν διάφορα πράγματα. Σ’ αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφέρουμε για το Pecs Classroom το οποίο είναι μία ομάδα παιδιών που λειτουργεί ως μία τάξη, όπου ο μαθητής εισάγεται στην επικοινωνία μέσω των 6 σταδίων, αλλά κάνει και πολλά άλλα εξίσου σημαντικά:
  • Εκπαιδεύει το παιδί σε όλες τις επικοινωνιακές του δεξιότητες, να ζητά βοήθεια, να περιμένει, να ακούει στο «όχι», να ζητά διάλειμμα από κάτι, να απαντά «ναι» ή «όχι» κ.α.
  • Εκπαιδεύει το παιδί στην αυτοεξυπηρέτηση.
  • Εφαρμόζει στρατηγικές πρόληψης των ανεπιθύμητων συμπεριφορών.
  • Εκπαιδεύει το παιδί να ακολουθεί ένα πρόγραμμα και να αυτοαπασχολείται.
  • Εκπαιδεύει το παιδί σε δεξιότητες που χρειάζεται για να κυκλοφορήσει στην κοινότητα και σε χώρους που δεν είναι οικείοι σε αυτόν
  • Διδάσκει στους γονείς πώς να βοηθούν το παιδί στο σπίτι και πως μπορούν να επιτύχουν μια σωστή και λειτουργική επικοινωνία με το παιδί τους.
      (Πηγή: Εκπαιδευτικό Εγχειρίδιο για το PECS & http://www.pecs-greece.com )
Τετάρτη, 4 Απρίλιος 2018
Συνηθίζουμε να συνδέουμε απόλυτα τον λόγο και την ομιλία με την επικοινωνία. Ωστόσο, όταν το ζητούμενο είναι να μπορούμε να επικοινωνούμε με τρόπο λειτουργικό- με απώτερο στόχο τη βελτίωση των σχέσεων και της ποιότητας ζωής όλων, ας μην πέφτουμε σε παγίδες που βάζουν οι στερεότυπες απόψεις περί επικοινωνίας. Η επικοινωνία σε έναν άνθρωπο υπάρχει από την στιγμή της γέννησης του, αλλά το ρεπερτόριο των τρόπων επικοινωνίας που έχει ένα παιδί, ο έλεγχος αυτών των τρόπων, καθώς και η ικανότητα για αποτελεσματική επικοινωνία εξελίσσεται σαν αποτέλεσμα της συνεχούς αλληλεπίδρασης με τους ανθρώπους που βρίσκονται γύρω του. Η επικοινωνία δηλαδή ενός ατόμου αναπτύσσεται από την πρώτη κραυγή ενός βρέφους. Η επικοινωνία των βρεφών τον πρώτο χρόνο της ζωής τους έχει συσχετιστεί με τα πραγματολογικά στοιχεία της ομιλίας και των πράξεων ομιλίας- όπως έχουν οριστεί από τους Searle και Austin (Bates 1976). Τους πρώτους 6 μήνες της ζωής ενός παιδιού ο ακροατής πρέπει  να ερμηνεύσει την συμπεριφορά του παιδιού. Γύρω στον ένατο μήνα τα παιδιά εκδηλώνουν τις προθέσεις τους μέσω νευμάτων και ψελλισμών, ενώ γύρω στον δωδέκατο μήνα τα παιδιά εκφράζουν τις προθέσεις τους και τους σκοπούς τους μέσω του λόγου. Αυτές οι τρείς φάσεις είναι αθροιστικές και αλληλεπικαλύπτονται.  Δηλαδή, η πρώτη φάση συνεχίζεται κατά την έναρξη της δεύτερης και την συμπληρώνει. Αυτές οι δύο φάσεις συνεχίζουν να αναπτύσσονται καθώς η τρίτη αρχίζει. Για να μπορέσουμε να προσδιορίσουμε τι είναι λοιπόν επικοινωνία, θα χρησιμοποιήσουμε μερικά παραδείγματα για να γίνουμε πιο εύκολα κατανοητοί.  Είναι λοιπόν ο μικρός Γιαννάκης που πηγαίνει στην κουζίνα στην οποία βρίσκεται η μητέρα του. Το αγόρι μπαίνει στην κουζίνα, ανεβαίνει στον πάγκο της κουζίνας ανοίγει το βάζο με τις καραμέλες και αρχίζει να τις τρώει. Παρατηρείστε τώρα λοιπόν στο σενάριο μας με τον Γιαννάκη πως ο τελευταίος δεν έδωσε καμία σημασία στην μητέρα του που ήταν εκεί. Ο Γιάννης απλώς ενέργησε πάνω στο περιβάλλον του (πάγκος κουζίνας, βάζο) και η συνέπεια ήταν μία ενισχυτική εμπειρία (τρώω καραμέλες). Οι κινήσεις που παρατηρήσαμε ήταν προς τα διάφορα αντικείμενα του περιβάλλοντος του, οι οποίες δεν θα άλλαζαν αν η μητέρα δεν ήταν παρούσα. Οι ενέργειες οι οποίες κατευθύνονται προς το περιβάλλον και έχουν ενισχυτικές συνέπειες δεν είναι επικοινωνιακές. Η μητέρα μπορεί να ερμηνεύσει  την συμπεριφορά του παιδιού της όμως η φύση της συγκεκριμένης συμπεριφοράς δεν αλλάζει. Η επικοινωνία χρειάζεται κάτι παραπάνω από μια απλή επίδραση κάποιου στο περιβάλλον του. Η επικοινωνία χρειάζεται τουλάχιστον δύο ανθρώπους και η ενέργεια του ενός ατόμου πρέπει να κατευθύνεται προς το άλλο άτομο και με την σειρά του το δεύτερο άτομο να αντιδρά ανάλογα στο πρώτο άτομο. Κάτι τέτοιο μπορούμε να παρατηρήσουμε σε ένα εναλλακτικό σενάριο από αυτό που είδαμε παραπάνω με τον Γιαννάκη. Βρίσκονται πάλι στον χώρο της κουζίνας ο Γιάννης με την μητέρα του, μόνο που αυτήν την φορά ο Γιάννης γυρίζει προς την μητέρα του και της ζητάει «Θέλω καραμέλα». Η μητέρα ανοίγει το βάζο και δίνει την καραμέλα. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο και στα δύο σενάρια απλά το δεύτερο είναι επικοινωνιακό. Στο παράδειγμα μας ο Γιαννάκης ήθελε να φάει μία καραμέλα και την ζήτησε . Το αποτέλεσμα δηλαδή αυτής της  επικοινωνιακής συναλλαγής ήταν άμεσο και απτό. Εδώ διακρίνουμε την μία βασική λειτουργία της επικοινωνίας , το αίτημα.  Η δεύτερη λειτουργίας της είναι άμεση , ο σχολιασμός. Ας πάρουμε πάλι ως παράδειγμα τον Γιαννάκη που βλέπει στην τηλεόραση τα αγαπημένα του μπισκότα και φωνάζει δυνατά στην μητέρα του που βρίσκεται στον χώρο « μαμά μαμά, μπισκότα!!!». Και η μητέρα του απαντά «Ναι αγόρι μου, μπισκότα». Ζητάει λοιπόν από την μητέρα του την προσοχή της, την ενίσχυση της και όχι φυσικά το ίδιο το μπισκότο. Δεν παίρνει ο Γιαννάκης κάτι απτό από αυτή την επικοινωνιακή δραστηριότητα. Μπορούμε όμως να επικοινωνήσουμε μόνο με την ομιλία;- Εάν γνωρίζαμε δηλαδή την νοηματική γλώσσα θα μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε με κάποιον που επίσης την γνωρίζει. Επίσης, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε νεύματα ή χειρονομίες για να γίνουμε κατανοητοί σε κάποιον ή επίσης να του δείξουμε τι θέλουμε χρησιμοποιώντας ένα αντικείμενο. Όπως επίσης θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε την ανάγνωση και την γραφή ή ακόμα και εικόνες που αναπαριστούν αντικείμενα και πράξεις. Καθένα από αυτά τα παραδείγματα υποδηλώνει και έναν διαφορετικό τρόπο επικοινωνίας. Η ομιλία είναι όμως πάντα επικοινωνιακή-λειτουργική;- Ακούμε πολύ συχνά, παιδιά που ανήκουν στο φάσμα των διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών, να επαναλαμβάνουν λέξεις, προτάσεις, διαλόγους από την τηλεόραση, τραγούδια είτε συνομιλίες που άκουσαν, δίχως να κατανοούν τίποτα από αυτά που λένε. Επαναλαμβάνουν δηλαδή ήχους σχηματίζοντας λέξεις και προτάσεις χωρίς να γνωρίζουν τον ακριβή τρόπο που μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν. Τα λόγια του παιδιού δεν κατευθύνονται σε κάποιο άλλο πρόσωπο και αυτές τις φράσεις  μπορεί να τις πει είτε είναι κάποιος μπροστά είτε όχι, άρα καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η επανάληψη των ήχων αυτών δεν έχουν καμία πρόθεση επικοινωνίας. Κατά συνέπεια, για να αξιολογήσουμε την ικανότητα ενός παιδιού να επικοινωνήσει, δεν αρκεί μία απλή περιγραφή των λέξεων που το παιδί αρθρώνει, αλλά η διαπίστωση ότι μέσα σε αυτές εμπεριέχονται οι βασικές λειτουργίες της επικοινωνίας.
Τετάρτη, 4 Απρίλιος 2018

   Ο αυτισμός και οι σχετικές διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές, αντιπροσωπεύουν μια τάξη σοβαρών νευροαναπτυξιακών διαταραχών που επηρεάζουν ένα μεγάλο εύρος από κοινωνικές, προσαρμοστικές και γνωστικές λειτουργίες. Με πολύ απλά λόγια είναι μία διαταραχή της επικοινωνίας.

Τι είναι η επικοινωνία; Η επικοινωνία είναι η διαδικασία με την οποία ένας πομπός Α (άνθρωπος ή ομάδα) μεταβιβάζει πληροφορίες, σκέψεις, ιδέες ή συναισθήματα σε ένα δέκτη Β (άνθρωπος, ομάδα) με στόχο να ενεργήσει πάνω του με τρόπο ώστε να προκαλέσει σε αυτόν την εμφάνιση ιδεών, πράξεων ή συναισθημάτων και σε τελική ανάλυση να επηρεάσει την κατάστασή του και τη συμπεριφορά του (Μπουραντάς, 1992). Η επικοινωνία είναι μια διαδικασία ¨συναλλαγής μηνυμάτων¨ τουλάχιστον ΔΥΟ ανθρώπων.  Έτσι όταν επικοινωνούν, η ενέργεια του ενός ατόμου πρέπει να κατευθύνεται προς το άλλο άτομο και με την σειρά του το δεύτερο άτομο να αντιδρά ανάλογα προς το πρώτο. Το μήνυμα αυτό μπορεί να μεταφέρει ένα αίτημα, το να ζητήσει δηλαδή το ένα άτομο κάτι από ένα άλλο ή να είναι ένα σχόλιο, το να σχολιάσει δηλαδή κάτι το άτομο είτε για να τραβήξει την προσοχή του δεύτερου προσώπου είτε για να ξεκινήσει μαζί του μία επικοινωνιακή συναλλαγή.
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ Μέσα από έρευνες έχει διαπιστωθεί το γεγονός ότι τα αγόρια προσβάλλονται 4 φορές πιο συχνά έναντι των κοριτσιών, υποδηλώνοντας μια φυλοσύνδετη ευπάθεια. Έχουν οριστεί υποκατηγορίες διαταραχών του αυτιστικού φάσματος οι οποίες κατατάσσονται και αναγνωρίζονται ως: α) αυτισμός β) διαταραχή Asperger γ) σύνδρομο Rett δ) αποδιοργανωτική διαταραχή της παιδικής ηλικίας ε) διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές μη προσδιοριζόμενες αλλιώς. ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ α) Γενικά χαρακτηριστικά  Σωματικά χαρακτηριστικά: Τα αυτιστικά παιδιά όταν γεννιούνται, δεν εμφανίζουν παθολογικά προβλήματα. Το βάρος και το ύψος τους αναπτύσσονται φυσιολογικά. Τα αισθητήρια όργανα τους δε παρουσιάζουν προβλήματα, ασχέτως αν δεν γίνεται σωστά η επεξεργασία ερεθισμάτων. Συνήθως το σώμα τους παρουσιάζει μια λειτουργική δυσκαμψία και προβλήματα στον κινητικό συντονισμό.
  • Νοητικά χαρακτηριστικά: Συνήθως, τα αυτιστικά παιδιά φαίνεται να έχουν χαμηλότερη νοημοσύνη από αυτή που όντως διαθέτουν. Περίπου το 25% των παιδιών αυτών, έχουν σχεδόν κανονική νόηση. Τα περισσότερα παρουσιάζουν ελαφρά ή μέτρια καθυστέρηση, ενώ ένα μικρό ποσοστό είναι βαριά καθυστερημένα. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι αυτισμός και νοητική καθυστέρηση είναι ταυτόσημα, απλώς μπορεί να συνυπάρχουν. Έχουν πάντοτε αδυναμία κατανόησης αφηρημένων εννοιών, έχουν περιορισμένη φαντασία, αδυναμία συγκέντρωσης και κατεύθυνση της προσοχής τους σε συγκεκριμένα ερεθίσματα του περιβάλλοντος τους. Ωστόσο έχουν καλή μνήμη.
β) Χαρακτηριστικά γνωρίσματα συμπεριφοράς
  • Το αυτιστικό παιδί δείχνει πάντα απόμακρο. Φαίνεται να ζει στο δικό του κόσμο αδιαφορώντας για πρόσωπα και αντικείμενα του περιβάλλοντος του, ακόμα και για τη μητέρα του.
  • Δείχνει έντονη την ανάγκη να διατηρεί το περιβάλλον του αμετάβλητο. Η προσκόλληση του αυτιστικού παιδιού στο μόνιμο, στο αμετάβλητο, είναι μια παθολογική κατάσταση που ξεπερνά κάθε όριο εμποδίζοντας το να κοινωνικοποιηθεί.
  • Γλωσσική επικοινωνία: Η ομιλία του αυτιστικού παιδιού εμφανίζει μεγάλη δυσκολία και ιδιορρυθμία η οποία έχει σχέση με την ικανότητα για επικοινωνία.. Ο λόγος του είναι μονότονος και άρρυθμος. Χαρακτηριστική είναι επίσης η ηχολαλία καθώς και η επανάληψη του λόγου των άλλων. Δεν χρησιμοποιεί το λόγο του δηλαδή- όταν υπάρχει- για επικοινωνιακούς σκοπούς.
  • Δεν εκφράζεται ούτε με ήχους (λόγος) ούτε με κινήσεις
  • Το αυτιστικό παιδί, αποφεύγει το βλέμμα των άλλων, καθώς και άλλα οπτικά ή ακουστά ερεθίσματα.
  • Συναισθήματα: Το αυτιστικό παιδί δείχνει ψυχρό και ανέκφραστο στις εκδηλώσεις αγάπης των άλλων. Δε δείχνει συμπάθεια ή χαρά για τη λύπη ή τη χαρά των συνανθρώπων του.
  • Δέσιμο με ορισμένα αντικείμενα: Για το αυτιστικό παιδί έχουν μεγάλη σημασία ορισμένα αντικείμενα, ένα κάθε φορά, με τα οποία είναι δεμένο. Σε περίπτωση που κάποιος προσπαθήσει να του το αποσπάσει, θα συναντήσει μεγάλη αντίσταση.
  • Παιχνίδι: Το αυτιστικό παιδί ή δεν παίζει, ή παίζει μόνο του.
  • Στερεότυπες κινήσεις: Οι στερεότυπα επαναλαμβανόμενες κινήσεις ποικίλουν από παιδί σε παιδί. Δηλαδή υπάρχουν οι αμφιταλαντεύσεις, κινήσεις κεφαλιού, κινήσεις χεριών, βάδισμα, μορφασμοί.
  • Αυτοεπιθετικότητα: Εκτός από τα χτυπήματα στο κεφάλι, το αυτιστικό παιδί σε στιγμές κρίσης, μπορεί να κάνει με τα νύχια του πληγές στο σώμα του, να χτυπάει με τα χέρια το πρόσωπο του ή να τραβάει τα μαλλιά του.
  • Οργάνωση χώρου: Το αυτιστικό παιδί έχει ένα δικό του τρόπο να κατέχει και να διεκδικεί το χώρο, χωρίς να ενδιαφέρεται να το οργανώσει.
  • Δεν επιδιώκει την σωματική επαφή με τους άλλους από την αρχή ακόμα της βρεφικής ηλικίας.
  • Να υπάρχει έλλειψη αντιδράσεων σε άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντος
 
Τετάρτη, 14 Μάρτιος 2018
Μία εξομολόγηση μέσα από τα μάτια τους για την ζωή τους και το PECS Θυμάμαι πως όταν ήμουν μικρός όλοι φώναζαν γύρω μου μία λέξη «Πέτροοοοοοοο…. Πέτροοοοοοοοοο» παίρνοντας στα χέρια τους το πρόσωπο μου και κοιτάζοντας με βαθιά στα μάτια. Μου πείρε καιρό αλλά κατάλαβα πως όταν άκουγα αυτή την λέξη έπρεπε να σταματήσω αυτό που πάω να κάνω, διότι ότι και να έκανα άκουγα πολύ δυνατές φωνές. Θυμάμαι να με τραβάνε απότομα όταν έτρεχα στο δρόμο, ή όταν ισορροπούσα πάνω στο αγαπημένο μου ψηλό πεζούλι, να μου αρπάζουν συνέχεια τα μαχαίρια της μαμάς μου που τόσο μου άρεσε η άκρη τους. Ναι μου πείρε πολύ χρόνο αλλά πιστέψτε με το έμαθα. Και άλλα πράγματα έμαθα όμως, έμαθα να μην πεταρίζω τα χέρια μου όταν χαιρόμουν με κάτι, έμαθα να δίνω φιλάκια στην αδερφούλα μου και να μην την δαγκώνω, έμαθα να μην πετάω ψηλά τα παιχνίδια μου και να μην τσιρίζω συνέχεια (αλλά λίγο..μου αρέσει ο ήχος της φωνής μου). ΑΑΑ !!! είχα καταφέρει να καθίσω 10 λεπτά στην καρέκλα μου για να φάω το φαγητό μου, κάτι που μου ήταν πάρα πολύ δύσκολο μιας και μου αρέσει συνέχεια να κινούμε. Αλλά και πάλι δεν ήταν ευχαριστημένοι μαζί μου. Όλοι μου φώναζαν με μάλωναν και με χτυπούσαν . Ακόμα και η μικρή μου αδερφή το έκανε μεγαλώνοντας όταν ήθελε να παίξει μαζί μου. Ερχόταν θυμάμαι δίπλα μου ή μου πετούσε μία μπάλα και εγώ της γυρνούσα την πλάτη ή έφευγα στο άλλο δωμάτιο και αυτή φώναζε για να την ακούσω και με κρατούσε δυνατά με τα χεράκια της για να μείνω μαζί της. Όσο με κρατούσε τόσο τσίριζα εγώ. Την μαμά μου την πέτυχα πολλές φορές να κάθετε μόνη της στην κουζίνα και να είναι γεμάτο το πρόσωπο της με νερό. Εμένα το νερό μου αρέσει πολύ, όσο έτρεχε νερό λοιπόν τόσο πετάριζα εγώ τα χέρια μου και μάζευα το νερό κάτω από τα μάτια της, και όσο πετάριζα τα χέρια μου τόσο έτρεχε νερό από τα μάτια της..ποτέ δεν το κατάλαβα αυτό.. Κάπως έτσι πέρασα όταν ήμουν μικρός.. Όταν μεγάλωσα λιγουλάκι πήγαινα σε ένα μεγάλο κτήριο που η μαμά μου το έλεγε ¨σχολείο¨. Μου άρεσε διότι εκεί ήταν η κ. Μαρία που είχε πολύ ωραία μαλλιά. Χωνόμουν στην αγκαλιά της με κάθε ευκαιρία και έμπλεκα τα δάχτυλα μου στα μαλλιά της φέρνοντας τα στο πρόσωπο μου. Μπορούσα να κάθομαι με τις ώρες και να τα μυρίζω. Η κ. Μαρία δεν με αγκάλιαζε ποτέ γιατί μάλλον κατάλαβε πως τότε, αυτό δεν μου άρεσε και μου ανέβαζε πάντα τα μανίκια της μπλούζας μου που δεν άντεχα. Μου μιλούσε χαμηλόφωνα για να μην πονάνε τα αυτιά μου και με άφηνε που και που να πλατσουρίζω με το νερό που τόσο μου άρεσε. Μια μέρα η κ. Μαρία έφυγε από το σχολείο. Άκουσα την μαμά να λέει πως θα κάνει δικό της μωράκι. Εγώ όμως δεν ήθελα να πάω σχολείο αν δεν ήταν εκεί. Γι’ αυτό τσίριζα κάθε φορά που έμπαινα στο αυτοκίνητο για το σχολείο. Δεν μου άρεσαν οι αλλαγές. Ούτε τώρα μου αρέσουν φυσικά, απλά τώρα δεν τσιρίζω πλέον. Θυμάμαι λόγου χάρη πως αν ο μπαμπάς άλλαζε δρόμο με το αυτοκίνητο, κλωτσούσα το κάθισμα του μέχρι να κουραστώ, όπως επίσης αν αργούσε η μαμά να στρώσει το τραπέζι για να φάμε έριχνα κάτω ότι έβρισκα μπροστά μου. Όμως το πιο δύσκολο για μένα τότε ήταν πως κανένας δεν καταλάβαινε τι ήθελα. Διψούσα και δεν έφτανα στον νεροχύτη και κανένας δεν μου έδινε νερό. Όταν έβλεπα τον μπαμπά μου να τρώει γαριδάκια έτρεχα να και τα άρπαζα, διότι όταν ήθελα κανένας δεν μου έδινε. Έσπρωχνα συνέχεια την αδερφή μου όταν μου έπαιρνε τα παιχνίδια μου διότι ήξερα πως αν το ήθελα μετά από λίγο μπορεί να μην μου το έδινε. Ένα απόγευμα ήρθε επίσκεψη η γιαγιά μου. Με είδε να κάθομαι μπροστά από τον νεροχύτη και ήρθε και με ρώτησε: «θέλεις νερό;», εγώ έμεινα να κοιτάω το νεροχύτη, δίχως να αλλάζω θέση. Τότε αυτή μου έβαλε νερό σε ένα ποτήρι και μου το έδωσε. Το ήπια με μία αναπνοή. Παίρνοντας με αγκαλιά μου είπε: «αν θέλεις κάτι, γιατί δεν το ζητάς;» Να το ζητήσω; Πως γίνεται αυτό; Εγώ νερό ήθελα. Αυτό το κατάλαβα αργότερα, όταν «μπήκαν» στο σπίτι μας οι εικόνες… όταν «μπήκε» το PECS. Ναι έτσι ήταν, ποτέ δεν μπορούσα να πάρω αυτό που ήθελα διότι δεν ήξερα τον τρόπο να το ζητήσω. Αυτό όμως άλλαξε. Στην αρχή έδινα μία κάρτα στην μαμά μου και μου έδινε κατευθείαν τα γαριδάκια μου ή τον χυμό μπανάνα ή το οτιδήποτε ήθελα. Δεν τσίριζα, δεν φώναζα, δεν σκουντούσα ούτε πετούσα με μανία τα παιχνίδια μου. Και γιατί να το έκανα; Αφού είχα ότι ζητούσα πλέον. Δεν είναι φοβερό; Μπορούσα να τα ζητήσω !!!!!!!! Μετά μου έδωσαν ένα βιβλίο που είχε σε εικόνες ότι ακριβώς επιθυμούσα. Το είχα πάντα μαζί μου το βιβλίο ΜΟΥ. Αυτό βέβαια στην αρχή δεν άρεσε στους γονείς μου όταν πηγαίναμε βόλτα. Νομίζω πως δεν ήθελαν να το βλέπουν οι άλλοι. Λες να φοβόντουσαν μη μου το κλέψουν;… δεν ξέρω… Το θέμα λύθηκε γρήγορα όμως. Η τσιρίδες μου νικούσαν τα πάντα. Προτίμησαν να παίρνουν το βιβλίο μου παρά να έχουν εμένα να ουρλιάζω!!!!! Ο καιρός περνούσε και μαζί με αυτόν εγώ εξελισσόμουν συνέχεια. Μπορούσα και έκανα προτάσεις και μέσω αυτών είχα την δυνατότητα να γίνω πιο συγκεκριμένος σε αυτά που λαχταρούσα. Ας πούμε π.χ. για τα ζελεδάκια μου. Τα κίτρινα ζελεδάκια που μου έδιναν, τα έτρωγα, αλλά δεν μου άρεσε καθόλου η γεύση του λεμονιού. Τώρα πλέον μπορούσα να ζητήσω Και να μου τα δώσουν!!!!!! Μπορούσα να επικοινωνήσω!!!!! Και δεν μπορούσα να επικοινωνήσω μόνο με τους γονείς μου και με την αδερφούλα μου, αλλά και με την δασκάλα μου, την εργοθεραπεύτρια μου και με ανθρώπους που δεν με ήξεραν καθόλου. Μπορούσα να πάω στην παιδική χαρά, στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς ή και ακόμα να πάω να αγοράσω ποπ-κορν στο σινεμά. Ζητούσα ότι ήθελα ΜΟΝΟΣ μου!!!!!!!! Φυσικά και μπορούσα να το κάνω, ποιος δεν καταλαβαίνει μία εικόνα; Όμως και πάλι δεν ήταν ευχαριστημένοι μαζί μου… οι γονείς μου κάθε φορά που τους έδινα την γραμμή πρότασης με κοιτούσαν μέσα στα μάτια για να με ακούσουν να μιλάω και κάθε φορά που απογοητευόντουσαν χαμήλωναν τα μάτια τους σαν να έλεγαν «δεν πειράζει…». Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα δάκρια της μαμάς μου όταν άκουσε για πρώτη φορά την φωνή μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την γεμάτη αγκαλιά που μου έκανε έπειτα από αυτό… γιατί όμως; Μόνο αυτό μετράει; Δεν είχε σημασία το τι είχα καταφέρει μέχρι εκείνη την στιγμή; Μέχρι σήμερα δεν αποχωρίζομαι ποτέ το βιβλίο μου..άλλες φορές αντέχω να ακούω την φωνή μου και άλλες όχι.. πάντα όμως αναγνωρίζω το βλέμμα των παιδιών γύρω μου που θέλουν να φωνάξουν: «ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΩ, δεν θέλω να μιλήσω».